Διαγράμματα – Ινστιτούτο Οικονομίας της Αγοράς
Πολίνα Σπαρτιάνοβα
Στη Νότια Βουλγαρία συνεχίζεται η τάση των τελευταίων τριών ετών για ταχεία επιστροφή προς τα επίπεδα της κοινωνικο-οικονομικής κατάστασης πριν από την κρίση, ενώ στη Βόρεια Βουλγαρία η απασχόληση παραμένει ανησυχητικά χαμηλή και εξακολουθεί να πιέζει τα εισοδήματα και το βιοτικό επίπεδο. Αυτό προκύπτει από την έρευνα που διεξήχθη από το Ινστιτούτο Οικονομίας της Αγοράς με θέμα „Περιφερειακά προφίλ: δείκτες ανάπτυξης”, η οποία για τρίτη συνεχόμενη χρονιά καταρτίζει επίκαιρα κοινωνικο-οικονομικά προφίλ των 28 Νομών της χώρας. Σύμφωνα με την έρευνα, μόνο η πρωτεύουσα Σόφια βρίσκεται σε „πολύ καλή κοινωνικο-οικονομική κατάσταση”, ενώ οι Νομοί Μπλαγκόεβγκραντ, Μπουργκάς, Βάρνα και Πλόβντιβ – σε „καλή κατάσταση”, με τις οικονομίες τους αυτή τη στιγμή να είναι οι πιο ανεπτυγμένες στη χώρα.
Σε „πολύ κακή κοινωνικο-οικονομική κατάσταση” βρίσκονται οι Νομοί Ράζγκραντ, Σιλίστρα, Ταργκόβιστε, Λόβετς και Μοντάνα, αφού εκεί έχουν καταγραφεί υψηλά επίπεδα ανεργίας και χαμηλά επίπεδα απασχόλησης. Σύμφωνα με την ανάλυση, το σπιράλ χαμηλής απασχόλησης–στάσιμων εισοδημάτων–συρρικνούμενου πληθυσμού είναι στη βάση του συνεχιζόμενου κοινωνικο-οικονομικού διαχωρισμού μεταξύ της πρωτεύουσας Σόφια και της υπόλοιπης χώρας. Ταυτόχρονα οι περιοχές με αρνητικές τάσεις ανάπτυξης είναι πολύ περισσότερες από εκείνες με θετικές τάσεις. „Η περιφερειακή πολιτική στη Βουλγαρία δεν λειτουργεί – δεν παρατηρείται οικονομική και κοινωνική σύγκλιση μεταξύ των διάφορων Νομών”, ισχυρίζεται ο Δρ. Αλεξάνδαρ Τσβετκόφ από την εταιρεία Regiostat που είναι μέλος της ομάδας αναλυτών.
Παρ’ όλο που στη Νοτιοδυτική Βουλγαρία καταγράφεται μια τάση ανάκαμψης, η απασχόληση στην πρωτεύουσα Σόφια απορροφά τις θέσεις εργασίας και το εργατικό δυναμικό της περιοχής.
Αυτός είναι και ένας από τους λόγους η πρωτεύουσα να είναι η καλύτερα ανεπτυγμένη περιοχή της χώρας και η οικονομία της να είναι διπλάσια της οικονομίας ολόκληρης της περιφέρειας Σόφια, που είναι δεύτερη στην κατάταξη. Τους χαμηλότερους βαθμούς παίρνουν οι Νομοί Κιουστεντίλ, Σούμεν, Ράζγκραντ, Σλίβεν, Σιλίστρα, Μοντάνα και Βίντιν, ο τελευταίος μάλιστα είναι γνωστός ως ο φτωχότερος Νομός σε ολόκληρη την ΕΕ.
Σύμφωνα με την έρευνα των περιφερειακών πολιτικών, η οικονομική ανάκαμψη η οποία έχει ξεκινήσει, εξακολουθεί να εμποδίζεται από την πολιτική αστάθεια στην κεντρική εξουσία και την σχετικά απάθεια των οργάνων τοπικής αυτοδιοίκησης όσον αφορά τις τοπικές συνθήκες για την ανάπτυξη επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Σύμφωνα με την έρευνα „Περιφεριεακά προφίλ: δείκτες ανάπτυξης 2014”, η κατάσταση στην αγορά εργασίας στους περισσότερους Νομούς της Βουλγαρίας βελτιώνεται παρά την πολιτική αστάθεια στη χώρα από την άνοιξη του 2013 μέχρι σήμερα. Η παρατήρηση του Ινστιτούτου Οικονομίας της Αγοράς για το εργατικό δυναμικό και οι προβλέψεις των επιχειρήσεων για την δυναμική του αριθμού των απασχολουμένων την περίοδο Ιούνιος 2014 – Μάιος 2015 επιβεβαιώνει την τάση της περσινής έρευνας για γρήγορη ανάκαμψη της Νότιας Βουλγαρίας και για στασιμότητα στα βόρεια της χώρας. Παρ’ όλο που το μεγαλύτερο μέρος της βελτίωσης αναμένεται να συμβεί στις νότιες περιοχές της χώρας, αναβάθμιση της οικονομικής δραστηριότητας και της απασχόλησης μπορεί να παρατηρηθεί και σε ορισμένους βόρειους Νομούς, όπως τη Βάρνα, το Γκάμπροβο και το Ντόμπριτς.
Σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες του Ινστιτούτου Οικονομίας της Αγοράς, είναι πολύ πιθανό η απασχόληση του πληθυσμού σε ορισμένους Νομούς το 2014 και το 2015 να φτάσει και μάλιστα να υπερβεί τα επίπεδα πριν από την κρίση. Κατά τη γνώμη τους η ανάκαμψη της αγοράς εργασίας στη Βουλγαρία και τις περιοχές της γίνεται όχι χάρη στις πολιτικές που εφαρμόζονται σε εθνικό και τοπικό επίπεδο, αλλά παρά τις πολιτικές αυτές.
Οι οικονομολόγοι από το Ινστιτούτο Οικονομίας της Αγοράς συμφωνούν ότι τα οικονομικά των Δήμων στη Βουλγαρία βρίσκονται σε έναν φαύλο κύκλο, στον οποίο η κατανομή των χρημάτων για τις επιμέρους περιοχές γίνεται με βάση πολιτικών αρχών, επειδή η τοπική εξουσία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την κεντρική διαχείριση των οικονομικών πόρων και είναι αποδυναμωμένη από την δημοσιονομική πολιτική της κάθε κυβέρνησης. Σύμφωνα με τον Πέταρ Γκάνεφ από το Ινστιτούτο, έχει αποδειχθεί εμπειρικά ότι η εξάρτηση των Δήμων από την εκτελεστική εξουσία βλάπτει σοβαρά την ανάπτυξη των περιοχών, επειδή η κεντρική διαχείριση των οικονομικών πόρων οδηγεί στην κατανομή τους σε επιχειρήσεις που διατηρούν σχέσεις με τους πολιτικούς. Ως αποτέλεσμα οι επενδύσεις στις διάφορες περιοχές μειώνονται λόγω της αβεβαιότητας στο επιχειρηματικό περιβάλλον, ενώ ακολουθεί η διακοπή παροχής κονδυλίων της ΕΕ λόγω καταχρήσεων σε κεντρικό επίπεδο.
Η έρευνα του Ινστιτούτου Οικονομίας της Αγοράς προτείνει και λύσεις για τα εν λόγω προβλήματα. Σύμφωνα με τους οικονομολόγους, πρώτα πρέπει να πραγματοποιηθούν οι απαραίτητες αλλαγές στο βουλγαρικό χρηματοοικονομικό σύστημα, με τις οποίες το 1/5 των εσόδων από το φόρο εισοδήματος να κατευθύνεται αυτόματα προς τους δημοτικούς προϋπολογισμούς. Η ιδέα τους είναι να καθιερωθεί η αρχή „τα χρήματα ακολουθούν την ταυτότητα”, σύμφωνα με την οποία τα χρήματα ενός φορολογουμένου θα πάνε εκεί όπου είναι ο τόπος μόνιμης κατοικίας του, σύμφωνα με την ταυτότητά του. „Κατά τη γνώμη μου είναι πάρα πολύ θετικό να δώσεις μια επιλογή στους πολίτες για το πού ακριβώς να πάνε τα χρήματά τους”, προσθέτει ο οικονομολόγος Πέταρ Γκάνεφ από το Ινστιτούτο.
Σύμφωνα με την έρευνα „Περιφεριεακά προφίλ: δείκτες ανάπτυξης 2014”, η κατανομή των αθροιστικών άμεσων ξένων επενδύσεων στη Βουλγαρία δείχνει ότι η πρωτεύουσα Σόφια παραμένει αδιαμφισβήτητος ηγέτης τόσο την περίοδο ραγδαίας ανάπτυξης, όσο και κατά την κρίση και την ανάκαμψη που ακολούθησε. Στα τέλη του 2008 η Σόφια προσέλκυσε ξένο κεφάλαιο ύψους περίπου 11,7 δισ. ευρώ, δηλαδή 9.383 ευρώ κατά κεφαλήν. Ο Νομός με τους χειρότερους δείκτες σχετικά με τις επενδύσεις στα τέλη του 2008 – ο Νομός Κιουστεντίλ κατάφερε να προσελκύσει ένα ποσό 70 φορές λιγότερο, δηλαδή μόλις 135 ευρώ κατά κεφαλήν. Το γεγονός αυτό ανοίγει άλλο ένα τεράστιο χάσμα ανάμεσα στους Νομούς της Βουλγαρίας όσον αφορά τις άμεσες ξένες επενδύσεις που έχουν καταφέρει να προσελκύσουν. Σύμφωνα με τους οικονομολόγους από το Ινστιτούτο Οικονομίας της Αγοράς, οι επενδύσεις αυτές κατευθύνονται προς τις περιοχές στις οποίες παρατηρείται ισχυρή ή μέτρια συσχέτιση με πολλούς δείκτες ανθρώπινου δυναμικού, όπως για παράδειγμα το μερίδιο των πτυχιούχων, η ενδεχόμενη αύξηση του πληθυσμού, η ηλικιακή εξάρτηση. Η προσέλκυση ντόπιων και ξένων επενδύσεων εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ύπαρξη επαρκούς εργατικού δυναμικού, καθώς και από την ποιότητα αυτού του εργατικού δυναμικού. Για το λόγο αυτό η έμφαση στην εκπαίδευση και την εξειδίκευση του εργατικού δυναμικού θα έπρεπε να αποτελεί κυρίαρχο παράγοντα κατά την κατάρτιση τοπικών και εθνικών στρατηγικών προσέλκυσης επενδύσεων, τονίζουν από το Ινστιτούτο Οικονομίας της Αγοράς.