Η συνολική εισροή ελληνικών κεφαλαίων στη Βουλγαρία ανέρχεται σε περίπου 1 δισ. ευρώ, ανακοίνωσε ο Βούλγαρος υπουργός Οικονομικών Συμεών Ντιάνκοφ σε συνέντευξή του για την γερμανική εφημερίδα “Die Welt”.
Λόγω της βαριάς οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, μόνο τα τελευταία δύο χρόνια περίπου 2000 ελληνικές εταιρείες έχουν μεταφέρει τη δραστηριότητά τους στη Βουλγαρία. Επιπλέον πολλοί Έλληνες πολίτες έχουν μεταφέρει τις καταθέσεις τους σε βουλγαρικές τράπεπζες.
Κι όμως ο υπουργός Ντιάνκοφ δήλωσε πως θα προτιμούσε η γειτονική χώρα της Βουλγαρίας να είναι σε καλύτερη κατάσταση, προκειμένου να ενισχυθεί το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών.
Η παρουσία των ελληνικών εταιρειών στη Βουλγαρία υπολογίζεται περίπου στα 3 δισ. ευρώ, ενώ έχουν δημιουργηθεί 100 χιλ. νέες θέσεις εργασίας. Ο Ντιάνκοφ τονίζει πως οι ελληνικές επιχειρήσεις εγκαταλείπουν την εγχώρια αγορά τους και μεταφέρουν τη δραστηριότητά τους στη Βουλγαρία, όπου το κόστος εργασίας είναι 4 φορές χαμηλότερο. Επιπλέον τους προσελκύουν οι χαμηλότεροι φόροι και οι εύκολες διαδικασίες ίδρυσης επιχειρήσεων.
Αναμένεται μέχρι το τέλος του 2011 άλλες 800 εταιρείες από την Ελλάδα να μεταφέρθουν στη Βουλγαρία τη δραστηριότητά τους.
Ταυτόχρονα, η Ιωάννα Γιάνναρου, επικεφαλής του εμπορικού τμήματος της ελληνικής Πρεσβείας στη Σόφια, τονίζει ότι τα τελευταία 10 χρόνια η Βουλγαρία αποτελεί τον προορισμό νούμερο 1 για τις ελληνικές επιχειρήσεις που έχουν αποφασίσει να μεταφέρουν τη δραστηριότητά τους στο εξωτερικό. «Το κίνητρο είναι κυρίως ο χαμηλότερος φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων στην Ευρώπη, που βρίσκεται στο 10%, αλλά και οι διευκολύνσεις για την ίδρυση νέων επιχειρήσεων», εξηγεί η κα. Γιάνναρου προσθέτοντας ότι μερικές μεγαλύτερες ελληνικές επιχειρήσεις ελπίζουν μέσω Βουλγαρίας να αποκτήσουν πρόσβαση σε νέες αγορές.
Η κα . Γιάνναρου όμως εξήγησε ότι «Μόνο το 5% των ελληνικών επενδύσεων στο εξωτερικό πραγματοποιείται στην Βουλγαρία. Παράλληλα με τις κλασικές επενδύσεις στους τομείς του εμπορίου και του ρουχισμού το ενδιαφέρον των επενδυτών στρέφεται πλέον και στις ανανεώσιμες ενέργειες, τη γεωργία και εν μέρει στον τουρισμό».