φωτογραφία www.dnevnik.bg
Η χώρα έχει ζήσει και πιο σοβαρές πολιτικές κρίσεις και η συνταγματική διαδικασία λειτουργεί καλά. Αυτή η είναι η γνώμη του οικονομολόγου Κράσεν Στάντσεβ την οποία εξέφρασε σε μια ανάλυση για την εφημερίδα «24 chasa». Το 1991 και ο ίδιος ο Στάντσεφ αναρωτήθηκε εάν αυτός ο μηχανισμός είναι ο σωστός. Αλλά μετά από τις υπηρεσιακές κυβερνήσεις του 1994 και του 1997 και τις δυσκολίες με τον σχηματισμό της κυβέρνησης του Στανίσεφ, είναι σχεδόν σίγουρο πως η ειρηνική παράδοση της εξουσίας δε θα προκαλέσει προβλήματα.
Κατά τη γνώμη του Στάντσεφ, οι κυβερνήσεις της Ρενέτα Ιντζόβα και του Στέφαν Σοφιάνσκι είναι από τις καλύτερες ακριβώς διότι το σύνταγμα δεν ζήτησε από αυτές να κάνουν τίποτα το ιδιαίτερο, και διότι αυτοί οι οποίοι ζητούσαν την ανακατανομή της πολιτικής επιρροής ασχολήθηκαν με τις εκλογές και με το να αγοράσουν κόμματα για την επόμενη περίοδο. Το άμεσο κόστος της παραίτησης της κυβέρνησης είναι μηδενικό. Ο προϋπολογισμός του 2013 έχει εγκριθεί και διεκπεραιώνεται ανεξάρτητα από την πολιτική κρίση. Μία φρόνιμη υπηρεσιακή διοίκηση θα μπορούσε να εξοικονομήσει χρήματα. Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό, η κυβέρνηση θα έπρεπε να ξοδεύει το 2013 890 λέβα ανά δευτερόλεπτο ή σχεδόν 77 εκατομμύρια λέβα (περίπου 39 εκατομμύρια ευρώ) την ημέρα. Ο καθένας θα μπορούσε να υπολογίσει το όφελος από κάθε, ακόμη και στιγμιαία, δωρεάν άδεια της κυβέρνησης. Μία φρόνιμη υπηρεσιακή κυβέρνηση θα μπορούσε να μειώσει λίγο το κόστος των κυβερνητικών εξόδων. Η κυβέρνηση της Ρενέτα Ιντζόβα για λίγους μήνες ολοκλήρωσε περισσότερες συναλλαγές αποκρατικοποίησης από εκείνες που ολοκληρώθηκαν, όταν η Ιντζόβα ήταν πρόεδρος της Κρατικής Επιτροπής Αποκρατικοποίησης. Ο Στέφαν Σοφιάνσκι είχε να λύσει ασυνήθιστα προβλήματα όπως να βρει πίστωση για τις πληρωμές εξωτερικού χρέους και για την απελευθέρωση των τιμών και του εξωτερικού εμπορίου (μετά από την προσπάθεια αποκατάστασης του κεντρικού σχεδιασμού που έκανε η προηγούμενη κυβέρνηση).
Η υπηρεσιακή κυβέρνηση του 2013 δε θα χρειστεί να κάνει τίποτα τέτοιο. Δε θα μπορεί ούτε να ολοκληρώσει τις διαδικασίες αποκρατικοποίησης που έχουν ήδη ξεκινήσει – του εργοστασίου παραγωγής όπλων «Σόποτ» και του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Βουλγαρίας. Και οι δύο εταιρείες είναι παραδείγματα της επαγγελματικής ανοησίας: είναι μέρος της κρατικής στρατηγικής, αποτελούν κρατική ιδιοκτησία, μόλις επιτράπηκε η αποκρατικοποίησή τους και τα συνδικάτα έχουν το δικαίωμα να ασκούν βέτο στις αποφάσεις της διοίκησης.
Σύμφωνα με το Στάντσεφ όμως, είναι πιο σημαντικό πως κανείς δε θα επενδύσει σε μια χώρα όταν από αυτήν διώχνουν τους επενδυτές και όλοι περιμένουν από την επόμενη κυβέρνηση να ξανατακτοποιήσει τις διάφορες επιρροές. Είναι δυνατό βέβαια κάποιοι από τους στρατηγικούς επενδυτές να είναι φίλοι των κυβερνώντων, αλλά δεν είναι πολύ πιθανό σε μια προεκλογική περίοδο.
Χωρίς καμιά αμφιβολία με την παραίτησή της η κυβέρνηση φεύγει από την ευθύνη. Αλλά και κάποια από τα αιτήματα των διαμαρτυρόμενων είναι ηλίθια και μη πραγματικά, και οι ηγέτες τους είναι ανεύθυνοι. Σε αυτή την κατάσταση οι πρόωρες εκλογές είναι η καλύτερη λύση για όλους. Τα κόμματα δεν ήθελαν να κρατήσουν το στάτους κβο ακόμα και για τρεις-τέσσερεις μήνες. Κάθε κυβέρνηση η οποία θα έρθει όμως θα είναι χειρότερη από την παρούσα, ανεξάρτητα από το αν οι σημερινοί κυβερνώντες (το κόμμα GERB) θα συμμετάσχουν με κάποιον τρόπο σε αυτήν ή όχι. Γιατί; Η κυβέρνηση παραιτήθηκε λόγω της αναποφασιστικότητας και της έλλειψης διορατικότητας της ίδιας της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού. Ακόμη τη νύχτα των εκλογών το 2009 ήταν φανερό πως το GERB πρέπει να κυβερνήσει σε συνασπισμό, αλλά το κόμμα και ο Μπορίσοφ έλαβαν άλλη απόφαση. Ή οι χορηγοί τους δεν τους το επέτρεψαν. Αφού δε βρήκε δυνάμεις για μια τέτοια απόφαση, το GERB προχώρησε σε φιλίες χωρίς αρχές και σχημάτισε διάφορες πλειοψηφίες στη βουλή. Για το λόγο αυτό δεν μπορούσαν να δημιουργήσουν πολιτικές και μεταρρυθμίσεις οι οποίες να επιτρέψουν στο λαό να ζήσει καλύτερα στο μέλλον.
Και η κυβέρνηση του GERB μπήκε σε ένα σπιράλ υποσχέσεων.
- Όταν οι κυβερνήσεις υπόσχονται πως θα δώσουν κάτι, στην ουσία υπόσχονται πως θα πάρουν κάτι. Έτσι ο πρωθυπουργός υποσχόταν συνέχεια πως θα δώσει, αλλά δεν είχε από πού να τα πάρει εκτός από τα κρατικά αποθέματα, από λίγους καινούριους φόρους και πιστώσεις και από σποραδικές απαλλοτριώσεις. (Δόξα τω Θεώ, η κοινή γνώμη κατάφερε να σταματήσει μερικούς από αυτούς).
- Ζητώντας την κοινή έγκριση έξω από τη Βουλή η κυβέρνηση την βρήκε στην τριμελή επιτροπή (η οποία περιλαμβάνει εκπροσώπους της κυβέρνησης, των συνδικάτων και των εργοδοτών). Αυτή η ζήτηση της αγάπης του λαού μετέτρεψε τις υποσχέσεις σε έναν αγώνα για προνόμια, και τον αγώνα – σε μία πίστη πως μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων μπορεί να ζήσει καλύτερα για λογαριασμό όλων των άλλων. Αυτό δεν ήταν, δεν είναι και ποτέ δε θα είναι δυνατό. Όσο οι διαμαρτυρόμενοι και η αντιπολίτευση να υποστηρίζουν την αντίθετη θέση. Τα προνόμια είναι μόνο για λίγους. Όλοι όσοι το κατάλαβαν είναι απογοητευμένοι - και η κυβέρνηση, και τα κόμματα, και οι βουλευτές, και η αντιπολίτευση και περισσότερο από όλους - οι ψηφοφόροι. Και επειδή τα προνόμια δεν αποτελούν ούτε αξίες ούτε ιδέες, η κυβέρνηση έπεσε λόγω των αιτημάτων τα οποία δεν αποτελούν αρμοδιότητά της.