The Best of GRReporter
flag_bg flag_gr flag_gb

Απόσπασμα από το μυθιστόρημα “Η Γεφυρα του Δουνάβη” του Γκεόργκι Μίσεβ

24 Σεπτέμβριος 2015 / 09:09:36  GRReporter
5862 αναγνώσεις

Τα θορυβώδη γαμήλια γλέντια των προηγούμενων δεκαετιών, με τους εκατοντάδες καλεσμένους και τους δέκα χιλιάδες κεφτέδες, θεωρούνταν πια αναχρονισμός. Η οικονομική κρίση περιόρισε τους καλεσμένους στους πιο απαραίτητους _ τους νεόνυμφους, τους γονείς και τους κουμπάρους. Εξαιρέσεις συνέβαιναν μόνον αν γινόταν λόγος για κάποιο σημαντικό μέλος του σογιού, κάποιον βουλευτή ή πολιτικό. Η γιορτή γινόταν στο σαλόνι του σπιτιού και μερικές φορές έξω απ’ την πόλη, αν υπήρχε κάποιο εξοχικό, όπως και στη συγκεκριμένη περίπτωση.

Η βίλα του Ντιαμάντιεφ είχε χτιστεί στη δεκαετία του εβδομήντα από τον συνταγματάρχη Ιβάν Λούκοφ και διέθετε σκεπαστή βεράντα και φυλάκιο για φρουρά, δίπλα στην είσοδο. Κάτω από τη βεράντα βρισκόταν η καλοκαιρινή κουζίνα, το πάτωμα της οποίας ήταν σκεπασμένο με πέτρινες πλάκες. Ένας καλός πολιτικός μηχανικός, φίλος του συνταγματάρχη, είχε βάλει τα δυνατά του, για να μετατρέψει το παλιό αρχοντικό σε επίτευγμα της σύγχρονης αρχιτεκτονικής. Τούρκικα κεραμίδια στη σκεπή, ασβέστης στους τοίχους, γαλάζια πλαίσια γύρω από τα παράθυρα. Σφυρήλατες λάμπες στην είσοδο, αλλά και στους χαμηλούς, ξύλινους στύλους, δίπλα από τα καλντερίμια των μονοπατιών της αυλής. Ανάμεσα στους περιποιημένους θάμνους της αυλής, μια βρύση κτισμένη από κοκκινωπό αμμόλιθο, μ’ ένα πεντάκτινο αστέρι στην κορυφή της. Ωστόσο, πιο εντυπωσιακός ήταν ο τούβλινος φούρνος για τα ψητά, που χωρούσε μέχρι τέσσερα ταψιά, με ατσάλινη πόρτα, ειδική παραγγελία από το εργοστάσιο του Στάρι Xαν, που ήταν γνωστό ως Ε.Π.Ο.Υ. _ Εργοστάσιο Παραγωγής Οικοδομικών Υλικών. Άναβε με πετρέλαιο, αλλά ο σχεδιαστής της είχε προβλέψει να δουλεύει μια χαρά και με κούτσουρα ή κάρβουνα. Το περασμένο φθινόπωρο, ο Τζίμι τον είχε ανάψει και με ξερά φύλλα και είχε καταφέρει να ψήσει ένα ταψί με γλυκοκολοκύθες. Aυτή ήταν και η μεγαλύτερη ταπείνωση που είχε υποστεί ο φούρνος. Στα περίπου είκοσι χρόνια της ζωής του, κάτω από το διάπυρο θόλο του είχαν περάσει ταψιά με δεκάδες αρνιά, κυπρίνοι από τον Δούναβη, μοσχαροκεφαλές μέσα σε ζυμάρι, καβουρμάδες, αγριοκούνελα, φασιανοί, πέρδικες, μπούτια ελαφιού και ζαρκαδιού, μεζέδες από αγριογούρουνο. Ύστερα από το χειμώνα του 1990, όμως, τα πράγματα άρχισαν να πηγαίνουν πολύ άσχημα. Ο Λούκοφ εγκατέλειψε απότομα τα εγκόσμια και οι τιμές των τροφίμων ανέβηκαν κάμποσες φορές. Ήταν σχεδόν αγένεια το να μαζεύεσαι με φίλους γύρω από το τραπέζι, τη στιγμή, μάλιστα, που ο κατάλογος των φίλων άλλαζε διαρκώς... Παρ’ όλα αυτά, για το γάμο του Νίκι και της Στέλλας, με τους οποίους η οικογένεια Ντιαμάντιεφ έκανε παρέα το τελευταίο διάστημα, ο Τζίμι είχε καταφέρει ν’ αγοράσει από το Κενάρ ένα αρνί. Εκείνο το πρωί, είχε ανάψει το φούρνο στις εφτά, είχε βάλει το ταψί στις εννιά και δυο ώρες αργότερα το σπίτι μοσκοβολούσε ψητό αρνί.

Η σαλάτα με τα φρέσκα κρεμμυδάκια και τα ραπανάκια ήταν έτοιμη, μόνο λάδι και ξύδι χρειάστηκε να της βάλουν. Τοποθέτησαν το ταψί με το αρνί κατευθείαν στο τραπέζι, για να σερβίρεται ο καθένας μόνος του. Πλούσια ήταν και η επιλογή των ποτών: ρακή από σταφύλια και δαμάσκηνα, λευκό και κόκκινο κρασί, μπίρα και αναψυκτικά. Η ρακή από δαμάσκηνα χυνόταν σαν λάδι και τράβηξε αμέσως την προσοχή του νιόπαντρου. Έβαλε δυο τρεις φορές, ρουφώντας τη με ανυπομονησία, μέχρι που στο τέλος η Στέλλα σκέπασε το ποτήρι του με την παλάμη της. Τσακώθηκαν λιγάκι, η ρακή χύθηκε και λέρωσε το χαρτί, που ήταν ξεχασμένο στο τραπέζι. Ήταν το πιστοποιητικό γάμου, που τους είχε βγάλει ο πατήρ Ιωάννης.

«Μια χαρά αρχίζουμε!» είπε η Στέλλα. «Βεβηλώσαμε το χαρτί του γάμου μας!»

«Ήσυχα!» είπε ο Τζίμι και σκούπισε το ντοκουμέντο, με την άκρη του τραπεζομάντιλου. «Αν καταστράφηκε, θα βγάλουμε άλλο, ο ηγούμενος είναι δικός μας άνθρωπος, θα γίνω και σπόνσοράς τους.»

«Και ο Ευστάθιος είναι φιλαράκι μας!» είπε ο Νίκι.

«Το φιλαράκι μού φάνηκε λίγο κουνιστό», παρατήρησε η Στέλλα. «Μήπως είναι αδερφή; Τι σου ψιθύριζε στ’ αυτί;»

«Θέλει να μάθει αγγλικά. Του είπα ότι θα ρωτήσουμε την κυρία Βέσα...»

«Άρχισαν και οι παπάδες να την κοπανάνε στο εξωτερικό;» ρώτησε η Ροσίτσα. «Τι τα θέλει τα αγγλικά; Απ’ ό,τι φαίνεται, δεν του αρέσει να υπηρετεί τον Θεό, ο ηγούμενος δεν έχει ούτε δολάρια ούτε μάρκα!»

«Κλονίζεται και η εκκλησία, όπως και όλα τα υπόλοιπα. Από τη φτώχεια. Η γεμάτη με μέλι κυψέλη δεν εγκαταλείπεται από τις μέλισσες _ αυτό είναι κανόνας!» Για πρώτη φορά, εδώ και κάμποσες ώρες ο Νίκι έδειχνε ενδιαφέρον για συζήτηση, και παρ’ όλο που η γλώσσα του ήταν λίγο βραδυκίνητη από τη ρακή, η σκέψη του ήταν ακόμα πεντακάθαρη.

«Περίμενε, Νίκι!» μπήκε στη μέση η Στέλλα. «Τι θα πει φτώχεια; Πώς γίνεται οι καθολικοί της Δύσης να είναι πλούσιοι και οι δικοί μας οι ορθόδοξοι να είναι φτωχοί;... Κι αυτό ίσχυε από πάντα. Η φτώχεια είναι αποτέλεσμα της ανικανότητάς τους! Έχουν μεγάλη περιουσία, κτήματα, κοπάδια, δασικές εκτάσεις και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο! Κι αυτοί βασίζονται στις πενταροδεκάρες, που ρίχνουμε στα παγκάρια!»

Tags: Κλινική στον τρίτο όροφο σειρά μικρή οθόνη
ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΤΕ ΜΑΣ!
Το περιεχόμενο του GRReporter φτάνει σε σας δωρεάν 7 ημέρες την εβδομάδα. Δημιουργείται από μια ομάδα επαγγελματιών δημοσιογράφων, μεταφραστών, φωτογράφων, εικονοληπτών, ειδικών λογισμικού, γραφικών σχεδιαστών. Αν σας αρέσει η δουλειά μας και την παρακολουθείτε, σκεφτείτε μήπως θα θέλατε να μας υποστηρίξετε οικονομικά με ποσό που επιθυμείτε.
Subscription
Μπορείτε να μας βοηθήσετε και με εφάπαξ αποστολή οποιουδήποτε ποσού:
blog comments powered by Disqus