Μέχρι περίπου τον 7ο αιώνα, η αστρονομία και η αστρολογία αναπτύσσονταν από κοινού και ονομάζονταν με την ίδια λέξη – Αστρολογία. Μετά τον 7ο αιώνα διαμορφώθηκαν οι δύο όροι – αστρονομία και αστρολογία. Και ίσως αυτός είναι ο κύριος λόγος που, όπως υποστηρίζεται, η αστρολογία προηγείται χρονολογικά της αστρονομίας. Αυτό που οι αρχαίοι Έλληνες επιστήμονες αντιλαμβάνονταν ως «άστρα», ήταν οι πλανήτες, τους έλεγαν «τα περιπλανόμενα άστρα». Αναμφίβολα όμως η αστρολογία στην αρχαία Ελλάδα επηρεάστηκε κατά πολύ και από την ελληνική εκκλησία και από την κυρίαρχη επιρροή του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Στα χρόνια αργότερα οι θρησκευτικοί θεσμοί άρχισαν να απορρίπτουν την αστρολογία. Αυτό συμβαίνει και στις μέρες μας. Και οπωσδήποτε έρχεται το ερώτημα «Γιατί;» Δε θα ήθελα να δίνω πολλή σημασία στον «πόλεμο» μεταξύ των θρησκευτικών διδασκαλιών και της αστρολογίας, επειδή για τον κάθε αστρολόγο θα έπρεπε να είναι σαφές ότι αντίφαση μεταξύ τους δεν υπάρχει. Είναι όμως γεγονός, ότι η αστρολογία πάντα υποβαλλόταν σε εκμηδενιστική κριτική, και στριμωχνόταν στη γωνία. Και βέβαια, όχι χωρίς λόγο, επειδή υπάρχουν επίμαχοι ισχυρισμοί, ενώ οι μεταφράσεις δεν ήταν πάντοτε ακριβείς, κάπου ακόμη και διασκευασμένες – «να χαθείς στη μετάφραση» ίσως είναι ο πιο σύντομος και ακριβής ορισμός.
Ίσως επειδή οι άνθρωποι, γύρω από την πολιτισμική πρόοδο, γίνονταν όλο και πιο ανίκανοι να αποδεχτούν το γεγονός ότι δεν μπορούν να κυβερνούν τη Φύση και όταν έρχονταν σε επαφή με την αστρολογία, προσπαθούσαν να την αλλάξουν; Ή στην αστρολογία όντως θα έπρεπε να υπάρχει περιορισμένη πρόσβαση, επειδή παρέχει γνώσεις για τις οποίες ένα μεγάλο μέρος των ανθρώπων (ιδιαίτερα στον δυτικό κόσμο) δεν είναι έτοιμοι; Και ίσως δεν πρέπει να πέσουν στα χέρια τους; Είναι κάτι ενδιαφέρουσες ερωτήσεις, των οποίων πιθανώς κανείς δεν ξέρει την απάντηση.
Από την άλλη πλευρά, όμως, είναι η Ινδία. Εκεί οι αστρολογικές γνώσεις αναπτύσσονταν τελείως χωριστά, και διατηρήθηκαν καλύτερα χάρη στο ότι παραδίδονταν ως οικογενειακή κληρονομιά, καθώς και λόγω της τελείως διαφορετικής συμπεριφοράς της ανατολής απέναντι σε αυτές. Κανείς στον ανατολικό κόσμο δεν επικρίνει την αστρολογία. Το αντίθετο – την αντιμετωπίζουν με ιδιαίτερο σεβασμό και συμβουλεύονται αστρολόγο μόνο σε ορισμένες περιπτώσεις. Ο άνθρωπος της ανατολής σπάνια δείχνει περιέργεια να λάβει ανάλυση του προσωπικού του ωροσκοπίου απλώς έτσι, επειδή έχει ενδιαφέρον. Αυτό δείχνει μια βαθιά σοφία ότι για να κοιτάξεις μπροστά, πρώτα πρέπει να είσαι έτοιμος, να έχεις το λόγο σου να το κάνεις και να το αποδεχτείς σεμνά.
Η αστρολογία εκεί αποτελεί μέρος από τις Βέδες – τα ιερά κείμενα της Ινδίας – για τις οποίες πιστεύεται, ότι δεν δημιουργήθηκαν από απλούς ανθρώπους, αλλά από αρχαίους σοφούς με υπεράνθρωπες ικανότητες, που ονομάζονταν ρίσι. Η αστρολογία λεγόταν «το μάτι των Βέδων». Πάρα πολλοί άνθρωποι της δύσης δύσκολα καταλαβαίνουν την ινδική αστρολογία, επειδή σε αυτή έχει διατηρηθεί η πρωτότυπη ορολογία στην σανσκριτική γλώσσα. Αυτό όμως είναι και το πιο μοναδικό πράγμα. Τη στιγμή που εξοικειωθεί κανείς με αυτή την ορολογία, η αστρολογία παίρνει ένα τελείως διαφορετικό νόημα – ζωντανεύει και ξαφνικά σαν να καταφέρνεις πράγματι «να την δεις». Οι Ινδοί σοφοί πίστευαν ότι οι ήχοι της σανσκριτικής ήταν ιεροί, και εισέρχονται στην ψυχή των ζωντανών όντων μεταδίδοντας (όπως και η μουσική) τις καθολικές σημασίες των πραγμάτων στη φύση, τον άνθρωπο, το σύμπαν.
Ένα από τα πιο επίμαχα ζητήματα στην αστρολογία είναι η προπόρευση της γήινης τροχιάς (λέγεται ακόμη προπόρευση της ισημερίας) [1] και η ύπαρξη δύο ζωδιακών κύκλων λόγω αυτού του γεγονότος – τροπικός και [2] και αστρικός [3]. Και αυτή είναι η βασική διαφορά μεταξύ των αστρολογικών συστημάτων του δυτικού και του ανατολικού κόσμου.
[1 ] Пροπόρευση – αργή περιστροφή της γήινης τροχιάς γύρω από την τροχιά της εκληπτικής (η φαινομενική προβολή της διαδρομής του Ήλιου στον ουράνιο θόλο), που προκαλείται από τις δυνάμεις έλξης της Σελήνης και του Ήλιου. Λόγω της προπόρευσης το σημείο της εαρινής ισημερίας μετατοπίζεται και περνάει από τα ζώδια με βήμα περίπου 1° για 72 χρόνια.
[2] Тροπικός ζωδιακός κύκλος – βασισμένος στους λεγόμενους τροπικούς. Σημαίνει «αυτός που ανήκει στην περιστροφή». «Τροπικός» είναι ελληνικός όρος και σημαίνει «σημείο περιστροφής». Με αυτόν τον όρο ονομάζονται οι ημέρες της θερινού και του χειμερινού ηλιοστασίου. Τα τέσσερα βασικά σημεία του τροπικού ζωδίου είναι καθορισμένα και συνδέονται με την περιστροφή του Ήλιου – την εαρινή και την φθινοπωρινή ισημερία, το θερινό και το χειμερινό ηλιοστάσιο. Αυτό το ζώδιο μπορεί να ονομαστεί ηλιακό ζώδιο, επειδή εξαρτάται μόνο από την φαινομενική προβολή της διαδρομής του Ήλιου.
[3] Αστρικός ζωδιακός κύκλος – είναι ο κύκλος των πραγματικών αστερισμών. Αστρικός σημαίνει «αυτός που ανήκει στα άστρα».
Η δυτική αστρολογία χρησιμοποιεί τον τροπικό ζωδιακό κύκλο, η αρχή του οποίου είναι η εαρινή ισημερία. Η ινδική αστρολογία χρησιμοποιεί τον αστρικό ζωδιακό κύκλο – τους πραγματικούς αστερισμούς. Κάθε 2160 χρόνια όμως, λόγω της προπόρευσης παρατηρείται μετατόπιση κατά ένα ζώδιο του τροπικού σε σύγκριση με το αστερικό. Σήμερα το σημείο της εαρινής ισημερίας βρίσκεται περίπου στην 6η μοίρα των Ιχθύων, δηλαδή σύμφωνα με το τροπικό ζώδιο η εαρινή ισημερία είναι πάντα στην 0° του Κριού, ενώ σύμφωνα με το αστρικό για το 2010 είναι στην 6° των Ιχθύων.