φωτογραφία www.dnevnik.bg
Δύο εβδομάδες μας χωρίζουν από τις βουλευτικές εκλογές, αλλά οι κοινωνιολογικές δημοσκοπήσεις ακόμα δε δείχνουν καθαρή πλειοψηφία μιας πολιτικής δύναμης η οποία να αναλάβει την διακυβέρνηση της Βουλγαρίας μετά από τις 12 Μαΐου. Το GRReporter αναδημοσιεύει την ανάλυση του πολιτικολόγου Ντανιέλ Σμίλοφ από το την ιστοσελίδα kultura.bg.
Οι διαδηλώσεις διαμαρτυρίας δεν ήταν άμεσο προϊόν των πολιτικών κομμάτων αλλά αναμφίβολα έχουν και θα έχουν συνέπειες για αυτά και για όλο το πολιτικό σύστημα. Παραδόξως, οι διαδηλώσεις δεν προκάλεσαν σημαντικές κινήσεις στην εμπιστοσύνη προς τις βασικές πολιτικές δυνάμεις - το GERB παραμένει πρώτο (με 20% ψηφοφορικό δυναμικό), ακολουθεί το Βουλγαρικό Σοσιαλιστικό Κόμμα BSP (16-17%). Οι διαμαρτυρίες ζωντάνεψαν το εθνικιστικό κόμμα Ataka και πιθανότατα θα το στείλουν στη Βουλή για λογαριασμό του κινήματος «Η Βουλγαρία των πολιτών», το οποίο έχασε ένα μέρος της υποστήριξής του.
Για πρώτη φορά εδώ και πολύ καιρό οι εκλογές δε θα οδηγήσουν στη δημιουργία ενός καινούριου δυνατού και διαρκούς πολιτικού υποκειμένου: προς το παρόν τουλάχιστον τα κόμματα των διαμαρτυρόμενων δε φαίνεται να είναι σοβαροί υποψήφιοι, και ο καιρός για την πραγματοποίηση μιας δυναμικής καμπάνιας είναι περιορισμένος. Έχοντας αυτό υπ’ όψη, η πιο δυνατή πολιτική επίδραση των διαδηλώσεων διαμαρτυρίας είναι στα προγράμματα και τις οργανώσεις των υπαρχόντων κομμάτων.
Το Βουλγαρικό Σοσιαλιστικό Κόμμα BSP – χωρίς αλλαγές ...
Στην αριστερά φαίνεται πως συνέβησαν περισσότερες αλλαγές οι οποίες γεννήθηκαν από τις διαδηλώσεις διαμαρτυρίας. Το πρώτο συμβολικό θύμα ήταν η άρνηση του ηγέτη Σεργκέι Στανίσεφ να γίνει ο μέλλων πρωθυπουργός. Είναι παράξενο ένα κόμμα να κερδίζει ψήφους με την υπόσχεση ο ηγέτης του να μείνει στην δεύτερη θέση σε περίπτωση εκλογικής νίκης. Επιπλέον, αυτό το βήμα δείχνει πως το BSP ετοιμάζεται να μείνει στην αντιπολίτευση ή ετοιμάζεται για περίπλοκους συνασπισμούς με πολλά άγνωστα στοιχεία. Επίσης, ανεξήγητο είναι πως το κόμμα το οποίο θα έπρεπε να κερδίσει από την αποτυχημένη θητεία του GERB, έχασε τον ηγέτη του ως υποψήφιο πρωθυπουργό ακόμα κατά τις διαδηλώσεις διαμαρτυρίας. Κάτι παραπάνω, ο ίδιος ο Στανίσεφ άξιζε πιο σοβαρή εμπιστοσύνη διότι παρά την έλλειψη χαρίσματος κατάφερε να βγάλει το BSP από την πολύ δύσκολη κατάσταση.
Η δεύτερη μεγάλη αλλαγή ήρθε με την έξοδο από τις κομματικές λίστες του Ρούμεν Οβτσάροφ και του Ρούμεν Πετκόφ. Αυτό δύσκολα μπορεί να ερμηνευτεί ως ανανέωση του κόμματος γιατί οι αντικαταστάτες τους – για παράδειγμα ο Ρούμεν Γκέτσεφ - είναι καινούρια πρόσωπα μόνο για τους ανθρώπους με αδύνατη μνήμη. Αλλά στις κινήσεις αυτές του Στανίσεφ μπορεί να βρει κανείς μια λογική σειρά η οποία χαρακτηρίζεται από δύο στοιχεία – την κοπή της εθνικιστικής ουράς (η οποία άνοιξε χώρο για το Ataka και άλλους «πατριώτες»), και την σταδιακή δίωξη της παλιάς φρουράς με επικεφαλής τον πρώην Πρόεδρο της Δημοκρατίας Γκεόργκι Παρβάνοφ. Η δεύτερη διαδικασία δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα και η έκβαση είναι άγνωστη, αλλά έτσι και αλλιώς δίνεται ευκαιρία στο BSP να ψάξει για καινούρια πρόσωπα.
Η τρίτη αλλαγή ήταν στο πρόγραμμα του κόμματος και τις υποσχέσεις στους ψηφοφόρους. Μερικοί χαρακτήρισαν το πρόγραμμα ως «ριζοσπαστική» στροφή προς τα αριστερά και συνειδητοποίηση βασικών πολιτικών (ένα μέρος των οποίων εισήχθησαν από το ίδιο το BSP). Η στροφή προκλήθηκε από την ενίσχυση των διαδηλώσεων διαμαρτυρίας οι οποίες έδειξαν καινούρια επίπεδα κοινωνικής ενέργειας.
Η κατάργηση του επίπεδου φόρου φαίνεται μια «ριζοσπαστική αλλαγή», αλλά στην ουσία το BSP προτείνει μέτρια αύξηση μέχρι το 15% για τα έσοδα υψηλότερης κατηγορίας (η ένδειξη για αυτό είναι η διατήρηση του επιχειρηματικού φόρου στο επίπεδο των 10%). Η «Συζήτηση του θέματος περί κρατικοποίησης των εταιρειών διανομής ηλεκτρικής ενέργειας» μπορεί να σημαίνει τα πάντα - το BSP απλώς βολιδοσκοπεί την κατάσταση. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για τις υποσχέσεις τύπου «250 000 καινούριες θέσεις εργασίας» - μπορεί κανείς να αναρωτηθεί γιατί επέλεξαν αυτό τον αριθμό και όχι για παράδειγμα 500 000; Χρήσιμες ιδέες όπως η απαγόρευση της ιδιοκτησίας των ΜΜΕ από εξωχώριες εταιρείες, η οποία θα συνέβαλλε για τη μεγαλύτερη διαφάνεια στον τομέα, έχουν επίσης τη θέση τους ανάμεσα στις προτάσεις της αριστεράς.
Προς το παρόν τα καινούρια ρούχα φαίνονται ελκυστικά για ένα καλό αποτέλεσμα στις εκλογές. Οι κρυφοί κίνδυνοι είναι οι εξής: πρώτα, το BSP έβαλε τα καινούρια ρούχα την τελευταία στιγμή – κάτω από την πίεση του δρόμου. Αυτό δείχνει πως το κόμμα σε μεγάλο βαθμό ενεργεί σύμφωνα με την κατάσταση και δε διαφοροποιείται από τον βασικό ανταγωνιστή του - το GERB, το οποίο είναι σαν ανεμοδείκτης των λαϊκών προδιαθέσεων. Δεύτερο, το BSP όχι μόνο άργησε με την προσαρμογή του στις προδιαθέσεις των μαζών, αλλά δε συμμετείχε και στην διοργάνωση των διαδηλώσεων διαμαρτυρίας. Αυτό σημαίνει πως τα κόμματα έχουν χάσει το οργανωτικό τους δυναμικό. Σε μια τέτοια κατάσταση εύκολα μπορούμε να μιλήσουμε για κρίση του κομματισμού γενικά.
GERB – όλα είναι ίδια, χωρίς το Ντίανκοφ
Το GERB αντιμετωπίζει τη δύσκολη υπόθεση να εξηγήσει στο λαό πως η πολιτική του ήταν λάθος λόγω του πρώην υπουργού Οικονομικών Συμεών Ντιάνκοφ, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να παραμείνει χωρίς αλλαγές και τα επόμενα 4 χρόνια. Η διατήρηση του επίπεδου φόρου, η χρηματοοικονομική σταθερότητα και η κατασκευή των καινούριων αυτοκινητοδρόμων ως προτεραιότητα σημειώνουν τη σοβαρή διαδοχικότητα στα προγράμματα του GERB από το 2009 και το 2013. Η λεγόμενη «ριζοσπαστική» αλλαγή του Βουλγαρικού Σοσιαλιστικού Κόμματος BSP έδωσε στο GERB τη δυνατότητα να κρατήσει τις προτεραιότητές του αλλά να φαίνεται ταυτόχρονα διαφορετικό και αναγνωρίσιμο.
Το καινούριο στοιχείο στην κατάσταση δεν είναι στα περιεχόμενα αλλά στις εσωκομματικές κινήσεις. Προφανώς το κόμμα επικεντρώνεται γύρω από τον Τσβετάν Τσβετάνοφ και το Μπόικο Μπορίσοφ, και από τις λίστες έφυγαν οι ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες όπως ο Ντιάνκοφ και αυτοί που στέκονται κοντά στη Προεδρεία. Αυτή η εκκαθάριση συμβαίνει σε μια στιγμή όταν ο Μπορίσοφ λείπει από τη σκηνή των ΜΜΕ – κάτι που δεν είναι τυπικό, και έχει αφήσει τον Τσβετάνοφ να είναι ο βασικός παίκτης. Αυτή η τακτική είναι παράξενη, αλλά προς το παρόν είναι χρήσιμη για το κόμμα. Το ζήτημα είναι εάν η υποχώρηση του Μπορίσοφ είναι προσωρινή ή θα διαρκέσει και κατά την πιθανή δεύτερη θητεία του GERB. Πιθανό είναι η υποχώρηση να είναι τακτική για να υπογραμμίσει τη στιγμή όταν ο Μπορίσοφ επανέρθει στη σκηνή στο τέλος της πολιτικής καμπάνιας. Δεν είναι πολύ πιθανό να ετοιμάζεται ένα καινούριο σχήμα - ο Μπορίσοφ να επιδιώκει την θέση Προέδρου και ο Τσβετάνοφ – την εκτελεστική εξουσία.
Οι υπόλοιποι...
Στα προγράμματα και τις δηλώσεις των άλλων κομμάτων δύσκολα μπορεί να βρει κανείς πρωτότυπα στοιχεία. Το εθνικιστικό κόμμα Ataka παρουσιάζει ίσως η εξαίρεση: το κόμμα ριζοσπαστικοποίησε τα αιτήματά του έτσι ώστε να αντιστοιχούν στη διάθεση των διαμαρτυρόμενων. Πέρα από τη ρητορική του Βόλεν Σήντεροφ για την κατάργηση του «αποικιακού μοντέλου» όμως στις ιδέες του κόμματος για τη διακυβέρνηση της χώρας δεν κρύβεται σοβαρή κυβερνητική πλατφόρμα. Η κρατικοποίηση των εταιρειών διανομής ηλεκτρικής ενέργειας είναι κάτι στο οποίο στηρίζεται ο Σήντεροφ. Αυτή θα του δώσει εγγυήσεις πως διαφοροποιείται από τους άλλους, αλλά δε θα μετατραπεί στο κρίσιμο ζήτημα των εκλογών: έτσι και αλλιώς η κρατικοποίηση είναι μια διαδικασία ακριβή και περίπλοκη με άγνωστη επίδραση στις τιμές του ρεύματος.
Το κόμμα της Μεγκλένας Κούνεβα «Η Βουλγαρία των πολιτών» επίσης θα ψάξει για την ταυτότητά του στις 31 προεκλογικές του υποσχέσεις, οι οποίες όμως είναι παραλλαγές γνωστών θεμάτων: μείωση της διοικητικής πίεσης στις επιχειρήσεις, εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας. Το κίνημα «Η Βουλγαρία των πολιτών» φαίνεται πιεσμένο από το ριζοσπαστισμό του δρόμου, ο οποίος συνδυάζεται καλύτερα με εθνικιστικά και λαϊκιστικά κόμματα, και την έλξη του τετριμμένου όπου το πλεονέκτημα ανήκει στο GERB και το Βουλγαρικό Σοσιαλιστικό Κόμμα BSP.
Τα καινούρια ρούχα της πολιτικής ελίτ
Ο διαμαρτυρόμενος τώρα είναι ένας άνθρωπος, ο οποίος έχει χάσει την ελπίδα να κινηθεί προς τα πάνω – προς τον κόσμο των μεγάλων εσόδων και φοβάται πως και τα λίγα που έχει εξαφανίζονται και δε ν αρκούν για μια απλή ζωή. Γι' αυτό είναι φανερό πως τα καινούρια ρούχα των κομμάτων μοιάζουν πολύ με τα παλιά ή είναι εντελώς διαφανή.
Ο βασικός φόβος είναι από τη δραματική αλλαγή της κατάστασης, από το να χάσεις τις καταθέσεις σου, την ασφάλειά σου. Αυτά δεν είναι τα συμφραζόμενα μιας επαναστατικής αλλαγής αν και μερικές από τις φωνές του δρόμου ζητάνε ακριβώς αυτό. Για το λόγο αυτό δεν μπορεί να κάνει κανείς μια ριζοσπαστική στροφή προς την απότομη αύξηση των φόρων για παράδειγμα. Όλα αυτά τα μέτρα δε θα αρέσουν στους πιεσμένους επειδή αυτοί πληρώνουν τους φόρους, φοβούνται για τις θέσεις εργασίας τους, έχουν μικρές καταθέσεις και δεν θέλουν να υποτιμηθούν. Σε αυτό το πλαίσιο η καινούρια ενδυμασία της πολιτικής ελίτ μπορεί να αποδεχτεί μια ελαφριά και διαφανής πελερίνα, κάτω από την οποία τα ρούχα είναι τα παραδοσιακά.
* ο Ντανιέλλ Σμίλοφ είναι πολιτικολόγος, εξειδικευμένος στο συγκριτικό συνταγματικό δίκαιο. Είναι διευθυντής του Κέντρου φιλελεύθερων στρατηγικών, προσκεκλημένος καθηγητής στο Κεντρικό Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο στη Βουδαπέστη και αναπληρωτής καθηγητής θεωρίας πολιτικής στο τμήμα «Πολιτικές επιστήμες» στο Πανεπιστήμιο της Σόφιας. Έχει εξειδικευτεί στο University of California, Berkeley, Boalt Hall School of Law και European University Institute, Florence. Είναι συγγραφέας πολλών ακαδημαϊκών άρθρων με θέμα το συνταγματικό δίκαιο, τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων και την πολιτική εναντίον της διαφθοράς.