φωτογραφία www.dnevnik.bg
Το GERB αντιμετωπίζει τη δύσκολη υπόθεση να εξηγήσει στο λαό πως η πολιτική του ήταν λάθος λόγω του πρώην υπουργού Οικονομικών Συμεών Ντιάνκοφ, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να παραμείνει χωρίς αλλαγές και τα επόμενα 4 χρόνια. Η διατήρηση του επίπεδου φόρου, η χρηματοοικονομική σταθερότητα και η κατασκευή των καινούριων αυτοκινητοδρόμων ως προτεραιότητα σημειώνουν τη σοβαρή διαδοχικότητα στα προγράμματα του GERB από το 2009 και το 2013. Η λεγόμενη «ριζοσπαστική» αλλαγή του Βουλγαρικού Σοσιαλιστικού Κόμματος BSP έδωσε στο GERB τη δυνατότητα να κρατήσει τις προτεραιότητές του αλλά να φαίνεται ταυτόχρονα διαφορετικό και αναγνωρίσιμο.
Το καινούριο στοιχείο στην κατάσταση δεν είναι στα περιεχόμενα αλλά στις εσωκομματικές κινήσεις. Προφανώς το κόμμα επικεντρώνεται γύρω από τον Τσβετάν Τσβετάνοφ και το Μπόικο Μπορίσοφ, και από τις λίστες έφυγαν οι ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες όπως ο Ντιάνκοφ και αυτοί που στέκονται κοντά στη Προεδρεία. Αυτή η εκκαθάριση συμβαίνει σε μια στιγμή όταν ο Μπορίσοφ λείπει από τη σκηνή των ΜΜΕ – κάτι που δεν είναι τυπικό, και έχει αφήσει τον Τσβετάνοφ να είναι ο βασικός παίκτης. Αυτή η τακτική είναι παράξενη, αλλά προς το παρόν είναι χρήσιμη για το κόμμα. Το ζήτημα είναι εάν η υποχώρηση του Μπορίσοφ είναι προσωρινή ή θα διαρκέσει και κατά την πιθανή δεύτερη θητεία του GERB. Πιθανό είναι η υποχώρηση να είναι τακτική για να υπογραμμίσει τη στιγμή όταν ο Μπορίσοφ επανέρθει στη σκηνή στο τέλος της πολιτικής καμπάνιας. Δεν είναι πολύ πιθανό να ετοιμάζεται ένα καινούριο σχήμα - ο Μπορίσοφ να επιδιώκει την θέση Προέδρου και ο Τσβετάνοφ – την εκτελεστική εξουσία.
Οι υπόλοιποι...
Στα προγράμματα και τις δηλώσεις των άλλων κομμάτων δύσκολα μπορεί να βρει κανείς πρωτότυπα στοιχεία. Το εθνικιστικό κόμμα Ataka παρουσιάζει ίσως η εξαίρεση: το κόμμα ριζοσπαστικοποίησε τα αιτήματά του έτσι ώστε να αντιστοιχούν στη διάθεση των διαμαρτυρόμενων. Πέρα από τη ρητορική του Βόλεν Σήντεροφ για την κατάργηση του «αποικιακού μοντέλου» όμως στις ιδέες του κόμματος για τη διακυβέρνηση της χώρας δεν κρύβεται σοβαρή κυβερνητική πλατφόρμα. Η κρατικοποίηση των εταιρειών διανομής ηλεκτρικής ενέργειας είναι κάτι στο οποίο στηρίζεται ο Σήντεροφ. Αυτή θα του δώσει εγγυήσεις πως διαφοροποιείται από τους άλλους, αλλά δε θα μετατραπεί στο κρίσιμο ζήτημα των εκλογών: έτσι και αλλιώς η κρατικοποίηση είναι μια διαδικασία ακριβή και περίπλοκη με άγνωστη επίδραση στις τιμές του ρεύματος.
Το κόμμα της Μεγκλένας Κούνεβα «Η Βουλγαρία των πολιτών» επίσης θα ψάξει για την ταυτότητά του στις 31 προεκλογικές του υποσχέσεις, οι οποίες όμως είναι παραλλαγές γνωστών θεμάτων: μείωση της διοικητικής πίεσης στις επιχειρήσεις, εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας. Το κίνημα «Η Βουλγαρία των πολιτών» φαίνεται πιεσμένο από το ριζοσπαστισμό του δρόμου, ο οποίος συνδυάζεται καλύτερα με εθνικιστικά και λαϊκιστικά κόμματα, και την έλξη του τετριμμένου όπου το πλεονέκτημα ανήκει στο GERB και το Βουλγαρικό Σοσιαλιστικό Κόμμα BSP.
Τα καινούρια ρούχα της πολιτικής ελίτ
Ο διαμαρτυρόμενος τώρα είναι ένας άνθρωπος, ο οποίος έχει χάσει την ελπίδα να κινηθεί προς τα πάνω – προς τον κόσμο των μεγάλων εσόδων και φοβάται πως και τα λίγα που έχει εξαφανίζονται και δε ν αρκούν για μια απλή ζωή. Γι' αυτό είναι φανερό πως τα καινούρια ρούχα των κομμάτων μοιάζουν πολύ με τα παλιά ή είναι εντελώς διαφανή.
Ο βασικός φόβος είναι από τη δραματική αλλαγή της κατάστασης, από το να χάσεις τις καταθέσεις σου, την ασφάλειά σου. Αυτά δεν είναι τα συμφραζόμενα μιας επαναστατικής αλλαγής αν και μερικές από τις φωνές του δρόμου ζητάνε ακριβώς αυτό. Για το λόγο αυτό δεν μπορεί να κάνει κανείς μια ριζοσπαστική στροφή προς την απότομη αύξηση των φόρων για παράδειγμα. Όλα αυτά τα μέτρα δε θα αρέσουν στους πιεσμένους επειδή αυτοί πληρώνουν τους φόρους, φοβούνται για τις θέσεις εργασίας τους, έχουν μικρές καταθέσεις και δεν θέλουν να υποτιμηθούν. Σε αυτό το πλαίσιο η καινούρια ενδυμασία της πολιτικής ελίτ μπορεί να αποδεχτεί μια ελαφριά και διαφανής πελερίνα, κάτω από την οποία τα ρούχα είναι τα παραδοσιακά.
* ο Ντανιέλλ Σμίλοφ είναι πολιτικολόγος, εξειδικευμένος στο συγκριτικό συνταγματικό δίκαιο. Είναι διευθυντής του Κέντρου φιλελεύθερων στρατηγικών, προσκεκλημένος καθηγητής στο Κεντρικό Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο στη Βουδαπέστη και αναπληρωτής καθηγητής θεωρίας πολιτικής στο τμήμα «Πολιτικές επιστήμες» στο Πανεπιστήμιο της Σόφιας. Έχει εξειδικευτεί στο University of California, Berkeley, Boalt Hall School of Law και European University Institute, Florence. Είναι συγγραφέας πολλών ακαδημαϊκών άρθρων με θέμα το συνταγματικό δίκαιο, τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων και την πολιτική εναντίον της διαφθοράς.