The Best of GRReporter
flag_bg flag_gr flag_gb

Απόσπασμα από το μυθιστόρημα "Πλιάτσικο" του Γκεοργκι Γκροζντεβ

21 Οκτώβριος 2015 / 10:10:29  GRReporter
49468 αναγνώσεις

     Που είναι το τρίτο μας μάτι; Γιατί το έχουμε χάσει; Για ποιες αμαρτίες μας το έχουνε αφαιρέσει; Πως ήμασταν όταν το είχαμε; Ο καθένας θα κοίταζε στη ψυχή του άλλου χωρίς λέξεις; Ίσως δεν θα υπήρχαν μυστικά. Αυτό θα ήταν καλό; Το ψέμα δεν θα ήταν εφικτό. Οι κλοπές και οι φόνοι επίσης. Πόσο χρήμα θα γλιτώναμε για δικαστές, αστυνομικούς κλπ. Με τις σκέψεις μας θα επικοινωνούσαμε ανεξαρτήτως από την απόσταση. Υπήρξαν κάποτε τέτοιοι άνθρωποι; Γιατί η Νία με κάτι τους θυμίζει; Μιλάει στον Χάντερ κάτω απ τους αιωνόβιους δρυς. Η γιατρός Λίνα κουνάει το κεφάλι. Από μικρός ο Χάντερ ξεχωρίζει. Γυμνός μέχρι τη μέση κουβάλαγε κηρύθρες μέλι ανάμεσα στα μελίσσια, χωρίς οι μέλισσες να τον τσιμπάγανε. Με τα χέρια του άρπαζε φίδια και σαύρες. Έπιανε το βλέμμα τους. Σκυλιά φύλακες μοιράζονταν μαζί του το γεύμα τους. Μια δαγκωματιά αυτός, μια ο σκύλος. Μετά πάλι αυτός. Είχε αρχίσει να τρέφει και περιστέρια. Συνέβη μετά από ένα κυνήγι που πήγε  με την Αναστασία, την κόρη του. Τα πουλιά ανεβαίνανε πάνω του, στους ώμους, στις παλάμες. Μια λάθος βολή του δώρισε αετό. Αφού θεράπευσε το πουλί, το εξημέρωσε.

     Ο Χάντερ βρίσκεται στην αυλή του Ένιου το Νταούλι. Ο Γκορμπατσόβ ουρλιάζει και ρίχνεται επάνω του. Η αλυσίδα αντέχει. Ο Χάντερ κοιτάει απ’ το παράθυρο. Είναι σκεπασμένο με αράχνες. Όλα κάποτε τα σκεπάζουν σκόνη και στάχτες. Πόσο μάλλον τα αντικείμενα ενός χωρικού.

     Πλησιάζει ένα βήμα απ’ το σκύλο. Σκύβει μπροστά του. Ξαφνιασμένο αυτό σωπαίνει. Σκιά περιέργειας περνάει μέσα απ’ τα μάτια του. Από τα δόντια του τρέχουν σάλια. Ο Χάντερ πλησιάζει αργά, χωρίς να σηκωθεί. Μέσα από το γκρίζο των ματιών του, περνάει δεύτερο κύμα. Από τις κόρες απλώνονται ομόκεντροι κύκλοι διαύγειας. Τα μολυβένια μάτια βαθμιαία  καθαρίζουν, μα πάντα επαγρυπνούν.

     Δεν του είναι για πρώτη φορά. Πόσα στοιχήματα έχει κερδίσει ο Χάντερ. Κανείς δεν πίστευε πως παραβγαίνει με λυκομάχους.

     Ο σκύλος χάθηκε κάπου. Θυμήθηκε τα μάτια της μάνας του. Τα μάτια των παιδιών που παίζανε μαζί του. Μπερδεύτηκε. Τώρα αυτά τα μάτια είναι απέναντί του. Τον κοιτάζουν. Περίεργα, υπομονετικά, καλά.

     «Τι γίνεται;» ρωτάει ο Γκορμπατσόβ «Εδώ και χρόνια τρελαίνομαι στην αλυσίδα. Κι αυτό που χρειάζομαι είναι τόσο κοντά.»

     Ήρεμη, άφοβη διαύγεια στέκει μπροστά στο λυκομάχο. Του λέει:

     «Είμαι σαν κι εσένα. Γιατί με έχεις ξεχάσει; Ήρθα!» ο Γκορμπατσόβ γυρνάει το κεφάλι. Τότε ο κυνηγός του λέει:

     «Ε, πάμε! Θα ζήσουμε μαζί, ε;»

     Αγγίζει το αυτί του με τις άκρες των δακτύλων του.

     Ο Μομόγερος κι ο Στρατηγός παρακολουθούν πίσω απ’ τον φράχτη. Περιμένουν ο άνθρωπος και ο σκύλος να περάσουν πλάι τους. Εκείνη τη στιγμή ο Γκορμπατσόβ ουρλιάζει με όλη του την φωνή. Ρίχνεται πάνω τους. Ο Χάντερ στρίβει την αλυσίδα γύρω από το χέρι του. Την τραβάει απότομα. Ο Γκορμπατσόβ τσιρίζει και πέφτει μπρούμυτα με το κεφάλι ανάμεσα στα πόδια. Ίσως να ελέγχει αν είναι στη θέση του το νέο αφεντικό;

     Ο Χάντερ με τον Γκορμπατσόβ φεύγουν. Ο Στρατηγός εκφράζει ελεύθερα τα συναισθήματά του. Κανείς δεν του δίνει σημασία.

     Ο Γκορμπατσόβ θα μείνει πιστός στον Χάντερ. Σκοτώνεται σε ένα κυνήγι. Μόλις οι αρκούδες της Μαίρης σηκώνονταν όρθιες, αυτός πήδαγε κι έμπηγε τα δόντια του στο λαιμό τους. Ξαφνιασμένες από το θάρρος του οι αρκούδες χάνανε την ψυχραιμία τους. Έτυχε μια να ναι ξύπνια. Τον βάρεσε με το μπροστινό της στην κοιλιά. Εκείνο τον καιρό οι ξένοι δίνανε δέκα χιλιάδες λέβα για να αγοράσουν τέτοιο σκυλί, μα και πάλι δεν ήταν για πούλημα.

      Ο Μομόγερος ξαφνιάζεται. Πέφτει καταγής. Αρχίζει να πεθαίνει. Για πολύ ώρα ο Στρατηγός τον κλοτσάει στον πισινό. Το παιχνίδι διασκεδάζει και τους δύο. Επιτέλους ο Μομόγερος ανασταίνεται. Στα μάτια του φέρει ακόμη τον τρόμο που τον έχει βαρέσει. Σιγά, σιγά το συνειδητοποιούν. Πεθαίνεις μέσα σε ένα δευτερόλεπτο. Ο θάνατος είχε περάσει δίπλα τους χωρίς να τους αγγίξει.

     Ο Στρατηγός αρχίζει τις επεξηγήσεις για τις ξαφνικές επιθέσεις. Έρχονται κι οι αναμνήσεις για τα στρατό του. Ανίκητος και θρυλικός. Ο Μομόγερος δεν αγαπάει τις υποχωρήσεις. Δεν εμπιστεύεται ανθρώπους με στολές και όπλα.

    «Όλοι σας είστε δεμένα σκυλιά.» λέει φιλοσοφικά και κατουράει.

     Ο Στρατηγός δεν παραδίνεται. Θα δημιουργήσει καινούργιο στρατό. Είναι υποχρεωμένος.

     Με την υποχρέωση να τον κατέχει ξεχνάει για τον Μομόγερο. Ακολουθεί το δρόμο του μπροστά. Μιλάει ξεκάθαρα και αυστηρά.

     «Χρειάζεται ένα γερό χέρι.» Έχει φτάσει στο συμπέρασμα που του ξέφευγε.

     «Πολίτες – κάργες, χωρίς τάξη και πειθαρχία! Αχ, ναι! Τουφέκισε τους εκατό και οι υπόλοιποι θα μάθουν.»

     Έτσι, ο κόσμος γκρεμίζεται μπροστά στα μάτια του κάθε μέρα. Κάθε μέρα κλαίει στεναχωρημένος για τον κόσμο. Ο Μομόγερος τον περιμένει να τελειώσει. Μετά του δίνει μια βέργα. Ο Στρατηγός την καβαλάει. Καλπάζει. Μόλις που τον φτάνει ο Μομόγερος. Πέφτουν και ξανασηκώνονται.

     Τρέχουν προς το μέλλον. Που δεν μπορεί να κάνει χωρίς αυτούς.

Tags: Κλινική στον τρίτο όροφο σειρά μικρή οθόνη
ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΤΕ ΜΑΣ!
Το περιεχόμενο του GRReporter φτάνει σε σας δωρεάν 7 ημέρες την εβδομάδα. Δημιουργείται από μια ομάδα επαγγελματιών δημοσιογράφων, μεταφραστών, φωτογράφων, εικονοληπτών, ειδικών λογισμικού, γραφικών σχεδιαστών. Αν σας αρέσει η δουλειά μας και την παρακολουθείτε, σκεφτείτε μήπως θα θέλατε να μας υποστηρίξετε οικονομικά με ποσό που επιθυμείτε.
Subscription
Μπορείτε να μας βοηθήσετε και με εφάπαξ αποστολή οποιουδήποτε ποσού:
blog comments powered by Disqus